"Οι απατεώνες του πετρελαίου"

Περισσότερα
11 Χρόνια 6 Μήνες πριν - 11 Χρόνια 6 Μήνες πριν #28996 από OANNHSEA
Σε αυτό εδώ το θέμα θα προσπαθήσω να θίξω όσο πιο στενά γίνεται, τον εναγκαλισμό που έχουν επιβάλει οι πετρελαιάδες (από παραγωγούς μέχρι διανομείς) στους πολίτες όλων των χωρών, ελέγχοντας κατά πρώτον τις κυβερνήσεις και κατά δεύτερον τις εταιρείες που έχουν κάποια σχέση με την ενέργεια.
Δεδομένου ότι είμαι λάτρης της αρχαιολογίας θα πάμε όσο πιο πίσω γίνεται...

Bellum omneum contra omne...
Θάνατος στους πετρελαιάδες!!!
Last edit: 11 Χρόνια 6 Μήνες πριν by KERBEROS.

Παρακαλούμε Σύνδεση ή Δημιουργία λογαριασμού για να συμμετάσχετε στη συζήτηση.

Περισσότερα
11 Χρόνια 6 Μήνες πριν #29001 από OANNHSEA
Απαντήθηκε από OANNHSEA στο θέμα "Οι απατεώνες του πετρελαίου"
Το πρώτο άρθρο προέρχεται από τον καθηγητή Dr. Peter W. Becker, του πανεπιστημίου της Νότιας Καρολίνας πίσω στα 1980... Δεν είναι τόσο καίριο, αλλά έχει μεγάλη βάση για υπόλοιπα...

Ο ρόλος των συνθετικών καυσίμων στη Γερμανία κατά τη διάρκεια του Βππ.

Οι Ηνωμένες πολιτείες αντιμετωπίζουν ένα οξύ ενεργειακό πρόβλημα. Η εξάρτηση μας από το εισαγόμενο πετρέλαιο, το οποίο είναι το 50% της ολικής κατανάλωσης πετρελαίου της χώρας, έχει συμβάλει στην αύξηση του ελλείμματος, το οποίο αποδυναμώνει το δολάριο και αυξάνει τον πληθωρισμό. Ποιό ανησυχητικό είναι ότι μακροπρόθεσμα τα αποθέματα του πετρελαίου, ξένα και εγχώρια κάποια στιγμή θα εξαντληθούν. Αυτή η δυσοίωνος προοπτική συνοδεύεται από μία έλλειψη ελέγχουν των αποθεμάτων των άλλων χωρών και μας κάνει να εξαρτώμαστε στην καλή θέληση και στο έλεος των πετρελαιοπαραγώγων χωρών.

Υπάρχουν φυσικά και άλλες πηγές ενέργειας όπως η πυρηνική σχάση ή η πυρηνική σύντηξη, η ηλιακή ή η αιολική ενέργεια. Μα για το κοντινό μέλλον ή αποτελούν περιβαλλοντικές απειλές ή δεν είναι επαρκώς αναπτυγμένες για να αντικαταστήσουν την εξάρτηση μας από στο εισαγόμενο πετρέλαιο. Επί του παρόντος μια λογική ενεργειακή πολιτική θα εξαρτώταν χωρίς αμφιβολία σε πολλές διαφορετικές ενεργειακές πηγές, μέχρι να προκύψει μία πιο αποτελεσματική, αποδοτική και ασφαλής πηγή. Μία τέτοια προσέγγιση θα περιλαμβάνει τα συνθετικά καύσιμα που θα προέρχονται από το κάρβουνο. Αυτή η μέθοδος χρησιμοποιήθηκε με επιτυχία για πρώτη φορά από τους Γερμανούς κατά την διάρκεια του Βππ, για αυτό θα ήταν ενδιαφέρουσα μία μελέτη της Γερμανικής προσπάθειας.

Καθώς ήταν ένα υψηλά βιομηχανοποιημένο κράτος η Γερμανία εξαρτάτο, ακόμα και στην περίοδο της ειρήνης, από το εξωτερικό για τις προμήθειες της σε πετρέλαιο. Αν και η κατανάλωση της Γερμανίας το 1938 ήταν λίγο παραπάνω από 44 εκατομμύρια βαρέλια πετρέλαιο, ήταν σημαντικά μικρότερη από την κατανάλωση της Βρετανίας που ήταν 78 εκατομμύρια βαρέλια, της ΕΣΣΔ που ήταν 183 εκατομμύρια βαρέλια και το 1 δις βαρέλια που κατανάλωναν οι ΗΠΑ. Σε περίπτωση όμως πολέμου ο εφοδιασμός της Γερμανίας σε υγρά καύσιμα θα ήταν απολύτως απαραίτητος για την επιτυχή διεξαγωγή των πολεμικών επιχειρήσεων σε ξηρά και αέρα. Και ήταν η κήρυξη του πολέμου το 1939 και ο τερματισμός των υπερπόντιων εισαγωγών που έβαλαν σε κίνδυνο την ικανότητα της να διεξάγει πόλεμο κινήσεων.

Η προμήθεια του πετρελαίου για την Γερμανία ήταν από τρεις διαφορετικές πηγές: εισαγωγές ακατέργαστου πετρελαίου και προϊόντων απόσταξης, παραγωγή πετρελαίου από εγχώρια πεδία, παράγωγα πετρελαίου από το κάρβουνο
Το 1938 από την ολική κατανάλωση των 44 εκατομμυρίων βαρελιών πετρελαίου, οι εισαγωγές ανέρχονταν στα 28 εκατομμύρια βαρέλια ή περίπου το 60% της ολικής κατανάλωσης. Επιπλέον 3,8 εκατομμύρια βαρέλια εισάγονταν από ευρωπαϊκές πηγές (2,8 εκατομμύρια από τη Ρουμανία) και άλλα 3,8 εκατομμύρια βαρέλια προέρχονταν από την εγχώρια παραγωγή. Το υπόλοιπο, περίπου 9 εκατομμύρια βαρέλια, είχα παραχθεί συνθετικά. Οι υπερπόντιες εισαγωγές πετρελαίου ήταν ακόμα υψηλότερες το 1939, πριν αρχίσει ο αποκλεισμός τον Σεπτέμβριο του 39. Αυτό και μόνο δείχνει πόσο επισφαλής ήταν η κατάσταση στα καύσιμα μόλις η Γερμανία αποκόπηκε από τις πηγές.

Κατά την κήρυξη του πολέμου, τα γερμανικά αποθέματα καυσίμων υπολογίζονταν σε 15 εκατομμύρια βαρέλια. Οι εκστρατείες σε Νορβηγία, Ολλανδία, Βέλγιο και Γαλλία, πρόσθεσαν άλλα 5 εκατομμύρια στο σύνολο και οι εισαγωγές από την ΕΣΣΔ υπολογίζονταν σε 4 εκατομμύρια βαρέλια το 1940 και άλλα 1,4 εκατομμύρια το πρώτο εξάμηνο του 1941. Παρόλα αυτή μία μελέτη της Γενικής Διοίκησης το Μάιο του 1941 υπογράμμιζε ότι με την τις στρατιωτικές ανάγκες στα 7,25 εκατομμύρια βαρέλια και με τις εισαγωγές και την παραγωγή στα 5,35 εκατομμύρια βαρέλια, τα γερμανικά αποθέματα θα εξαντλούνταν τον Αύγουστο του 1941. Το πετρέλαιο που υπολείπονταν θα μπορούσε να αναπληρωθεί με εισαγωγές από την ΕΣΣΔ. Έτσι τα βασικά στοιχεία της Γερμανικής εισβολής στην ΕΣΣΔ τον Ιούνιο του 41 ήταν η ανάγκη για τα υπολειπόμενα 1,9 εκατομμύρια βαρέλια το μήνα, η ανάγκη να καταλάβουν τα πετρελαϊκά πεδία στον Καύκασο και πεδία κάρβουνου στην Ουκρανία.

Το μικρότερο από τα Σοβιετικά πεδία πετρελαίου στο Maikop καταλήφθηκε το 1942 και προβλεπόταν ότι τα δύο εναπομείναντα πεδία και διυλιστήρια στο Grozny και στο Baku θα έπεφταν επίσης στα γερμανικά χέρια. Εάν οι Γερμανοί καταλάμβαναν αυτά τα πεδία και τα κρατούσαν, το άγχος των Γερμανών γύρω από τα αποθέματα τους σε πετρέλαιο θα σταματούσε. Πριν από την εισβολή των Γερμανών το πεδίο του Maikop παρήγαγε 19 εκατομμύρια βαρέλια ετησίως, το Grozny 32 εκατομμύρια βαρέλια και το Baku 170 εκατομμύρια βαρέλια.

Όμως το Grozny και το Baku οι Γερμανοί δεν τα κατέλαβαν ποτέ και μόνο το Maikop απέμεινε για εκμετάλλευση. Όπως όμως σε όλες τις παραγωγικές μονάδες ανά την επικράτεια της ΕΣΣΔ, οι δυνάμεις που υποχωρούσαν είχαν καταστρέψει τις εγκαταστάσεις που μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και επομένως οι Γερμανοί έπρεπε να τις κατασκευάσουν ξανά. Επειδή όμως υπήρχε η προηγούμενη εμπειρία από αυτές τις τακτικές των Σοβιετικών, οι Γερμανοί είχαν κάνει ήδη τις απαραίτητες προετοιμάσεις. Μα οι ελλείψεις σε μεταφορικά μέσα, οι οποίες είχαν προτεραιότητα για τα τις ανάγκες του στρατού, μία έλλειψη σε εξοπλισμό γεώτρησης και σε τρυπάνια και η απουσία ενός διυλιστήριο στο Maikop, δημιούργησαν τόσες δυσκολίες, έτσι ώστε όταν οι Γερμανοί αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν από το Maikop τον Ιανουάριο του 1943, για να αποφύγουν την περικύκλωση μετά την καταστροφή του Στάλινγκραντ, δεν είχαν καταφέρει να πάρουν ούτε μία σταγόνα από τα πετρέλαια του Καυκάσου. Παρόλα αυτά οι Γερμανοί κατάφεραν να εξορύξουν περίπου 4,7 εκατομμύρια βαρέλια από την Σοβιετική ένωση, μία ποσότητα την οποία όμως θα έπαιρναν έτσι και αλλιώς από την συμφωνία του 1939 με την ΕΣΣΔ.

Ακόμα και πριν εκμηδενιστούν οι ελπίδες για το πετρέλαιο της ΕΣΣΔ, η Ρουμανία είχε γίνει η κύρια πηγή προμήθειας πετρελαίου για την Γερμανία. Από τα 2,8 εκατομμύρια βαρέλια του 1938, οι εξαγωγές της Ρουμανίας είχαν αυξηθεί σε 13 εκατομμύρια βαρέλια το 1941, ένα επίπεδο που διατηρήθηκε το 1942 και το 1943. Αν και οι εξαγωγές ήταν σχεδόν η μισή παραγωγή της Ρουμανίας, ήταν σημαντικά μικρότερες από όσο περίμεναν οι Γερμανοί. Ένας λόγος ήταν για την περιορισμένη διαθεσιμότητα ήταν ότι οι παραγωγικές δυνατότητες των Ρουμανικών πεδίων είχαν φτάσει στο όριο τους, Ένας άλλος λόγος ήταν η μη παράδοση από μέρους των Γερμανών των συμφωνημένων ποσοτήτων σε κάρβουνο και σε άλλα προϊόντα. Επίσης, αν και η Ρουμανία ήταν σύμμαχος της Γερμανίας, οι Ρουμάνοι ήθελαν να έχουν τον έλεγχο των πολύτιμων πηγών. Τέλος, οι αεροπορικές επιδρομές στα πετρελαϊκά πεδία και στα διυλιστήρια του Πλοέστι τον Αύγουστο του 1943, κατέστρεψαν το 50% της ικανότητας διύλισης των εγκαταστάσεων. Επίσης η ναρκοθέτηση από αέρος στον Δούναβη συνέβαλε στα προβλήματα μεταφοράς του πετρελαίου. Ακόμα όμως και με όλα αυτά τα προβλήματα οι παραδόσεις πετρελαίου άγγιξαν τα 7 εκατομμύρια βαρέλια το πρώτο εξάμηνο του 1944 και δεν σταμάτησαν παρά μόνο όταν οι βομβαρδισμοί είχαν ισοπεδώσει τις εγκαταστάσεις στο Πλοέστι το καλοκαίρι του 1944.

Ακόμα όμως και με τις Ρουμανικές παραδόσεις σε πετρέλαιο, όλες οι πηγές μετά το 1939 δεν μπορούσαν να αναπληρώσουν το εισαγόμενο υπερπόντιο πετρέλαιο. Για να γίνουν λιγότερο εξαρτημένοι από εξωτερικές πηγές, οι Γερμανοί ανέλαβαν ένα φιλόδοξο πρόγραμμα εκμετάλλευσης των δικών τους πεδίων πετρελαίου. Πριν την προσάρτηση της Αυστρίας το 1938, τα πετρελαϊκά πεδία της Γερμανίας ήταν συγκεντρωμένα στην βορειοδυτική Γερμανία. Μετά το 1938 ήταν διαθέσιμα επίσης τα Αυστριακά πεδία και έτσι υπήρξε αύξηση της παραγωγής του πετρελαίου. Έτσι η παραγωγή του πετρελαίου στην επικράτεια της Γερμανίας αυξήθηκε από τα 3,8 εκατομμύρια βαρέλια το 1938 σε περίπου 12 εκατομμύρια βαρέλια το 1944. Ακόμα όμως και έτσι η παραγωγή δεν μπόρεσε με τίποτα να συγκριθεί με την προμήθεια των Γερμανών σε συνθετικά καύσιμα.

Τα φυσικά αποθέματα πετρελαίου στο Inasmuch ήταν τόσο μικρά, που πολύ πριν από τον πόλεμο είχαν γίνει ξεκινήσει προσπάθειες για βρεθούν τρόποι για την παραγωγή συνθετικής βενζίνης και πετρελαίου. Δεδομένου των τεράστιων αποθεμάτων κάρβουνου, ήταν λογικό να επικεντρωθούν εκεί για την παραγωγή των συνθετικών καυσίμων. Και το πετρέλαιο και το κάρβουνο είναι μείγμα υδρογονανθράκων και το μόνο πρόβλημα ήταν να βρεθεί ο καλύτερος και πιο αποδοτικός τρόπος για να μετατρέψουν το κάρβουνο σε πετρέλαιο. Όταν ο Χίτλερ ορκιζόταν καγκελάριος το 1933 υπήρχαν ήδη 4 μέθοδοι οι οποίοι ήταν διαθέσιμοι στα αρχικά τους στάδια.

Η πρώτη διαδικασία παράγει βενζόλη, ένα υποπροϊόν από την δημιουργία κοκ. Η βενζόλη χρησιμοποιούνταν σαν καύσιμο με την ανάμειξη της με βενζίνη. Η ποσότητα όμως δεν ήταν αρκετή, καθώς ήταν συνδεδεμένη με την παραγωγή κοκ και η παραγωγή κοκ ήταν συνδεδεμένη με την παραγωγή σιδήρου.
Η δεύτερη διαδικασία, παρήγαγε ένα απόσταγμα από λιγνίτη. Ο λιγνίτης θερμαινόταν (ουσιαστικά πυρόλυση) και η πίσσα και το βαρύ πετρέλαιο που παρήγαγαν πήγαιναν προς διύλιση σε καύσιμα. Το παραγόμενο όμως προϊόν ήταν τόσο χαμηλής ποιότητας που μόνο το 10% γινόταν βενζίνη και το υπόλοιπο ήταν κατάλληλο για πετρέλαιο θέρμανσης ή κίνησης.
Μία τρίτη διαδικασία, η Fischer-Tropsch, ήταν εκείνη την εποχή, στα στάδια της έρευνας και των δοκιμών. Σε αυτή την διαδικασία το κάρβουνο αναμιγνύεται με αέριο υδρογόνο. Μέσα σε επαγωγικούς φούρνους και με την προσθήκη των κατάλληλων καταλυτών, αρχίζουν να δημιουργούνται μόρια πετρελαίου στο μείγμα. Η περαιτέρω επεξεργασία του μίγματος παράγει πετρέλαιο, κυρίως diesel.

Οι διαδικασίες από τη δημιουργία κοκ ή από την πυρόλυση του λιγνίτη έβγαζαν πετρέλαιο και με παραπέρα απόσταξη βενζίνη. Η διαδικασία Fischer-Tropsch και μία τέταρτη μέθοδος, η υδρογόνωση, έκαναν το κάρβουνο κατευθείαν βενζίνη. Το κάρβουνο είναι ένας υδρογονάνθρακας το οποίο περιέχει ελάχιστες ποσότητες υδρογόνου και η βενζίνη είναι ένας υδρογονάνθρακας με μεγάλες ποσότητες υδρογόνου. Άρα το πρόβλημα είναι να προσθέσουμε μόρια υδρογόνου στο κάρβουνο και να το υγροποιήσουμε. Αυτή η ιδέα είναι η βάση για τη διαδικασία της υδρογόνωσης, η οποία όμως απαιτεί υψηλές θερμοκρασίες και υψηλές πιέσεις. Περί το 1933 η μέθοδος αυτή είχε εξεταστεί αναλυτικά και ήταν έτοιμη για παραγωγή μεγάλης κλίμακας. Το πλεονέκτημα της μεθόδου της υδρογόνωσης είναι ότι μπορεί να χρησιμοποιήσει σαν κύριο υλικό την άσφαλτο από την μέθοδο της πυρόλυσης ή να χρησιμοποιήσει ταυτόχρονα λιγνίτη και κάρβουνο ή ακόμα και απευθείας λιγνίτη ή κάρβουνο.

Όταν οι Γερμανοί την δεκαετία του 1920 άρχισαν αρχικά να σκέφτονται άλλες πηγές καυσίμων, το έκαναν για τρεις λόγους. Πρώτον κατά την διάρκεια του αποκλεισμού κατά τον Αππ, είχαν μάθει πόσο εξαρτημένοι ήταν από τις εισαγωγές σε μία πληθώρα πρώτων πηγών από το εξωτερικό και το πόσο εξαρτημένοι τελικά ήταν από αυτά. Δεύτερον, εξαιτίας του πολέμου που χάθηκε και τις οικονομικές δυσκολίες που προέκυψαν από αυτόν, οι Γερμανοί είχαν έλλειψη σε συνάλλαγμα που ήταν απαραίτητο για να γίνουν οι απαιτούμενες εισαγωγές πετρελαίου. Και τρίτον υπήρχαν κάποιες φήμες που έλεγαν ότι τα αποθέματα πετρελαίου πρόκειται να εξαντληθούν συντόμως. Η τελευταία αιτία εξαφανίστηκε με την εύρεση νέων αποθεμάτων, μα η δεύτερη αιτία – η έλλειψη συναλλάγματος, παρέμεινε και έγινε πιο σημαντική υπό το ναζιστικό καθεστώς. Ήταν επίσης και η εμμονή του Χίτλερ να κάνει την Γερμανία ανεξάρτητη από τις εισαγόμενες πηγές. Επιπλέον η Γερμανική ηγεσία λάμβανε όλο και περισσότερο υπόψιν τις απαιτήσεις μίας πολεμικής οικονομίας και μετά το 1938 αυτές οι εστιάσεις έγιναν πιο σημαντικές. Πριν το 1938 είχαν κατασκευαστεί 5 εργοστάσια υδρογόνωσης, ένα εκ των οποίων είχε βασιστεί στην κατεργασία κάρβουνου. Αυτό το εργοστάσιο, το Scholven, βρισκόταν στην περιοχή του Ruhr, ενώ τα άλλα τέσσερα (Leuna, Böhlen, Magdeburg, Zeitz) βρίσκονταν στην κεντρική Γερμανία, κοντά σε λιγνιτικά αποθέματα. Η ολική παραγωγή των εργοστασίων το 1937 ήταν 4,8 εκατομμύρια βαρέλια διαφόρων αποσταγμάτων πετρελαίου.

Τον Οκτώβριο του 1936, τα πρώτα από τα πολλά σχέδια για αυξημένη παραγωγή πετρελαίου άρχισαν να εφαρμόζονται. Προγραμματιζόταν μία παραγωγή 36 εκατομμυρίων βαρελιών διαφόρων αποσταγμάτων πετρελαίου για μέχρι τον Οκτώβριο του 1938. Το σχέδιο αναθεωρήθηκε δύο φορές, τον Μάιο και τον Σεπτέμβριο του 1937, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αναθεωρήθηκε ή ποσότητα της παραγωγής. Το μόνο που άλλαξε ήταν το ποσοστό των παραγώγων, με μία τεράστια αύξηση σε αεροπορικό καύσιμο, με τους άλλους τύπους να μειώνονται.
Για να ανταπεξέλθουν σε αυτή την αυξημένη παραγωγή, τα εργοστάσια του Scholven και του Zeitz θα επεκτείνονταν και 4 νέα εργοστάσια θα αναγείρονταν στην περιοχή του Ruhr ( Gelsenkirchen, Welheim, Wesseling) και ένα στην Βαλτική θάλασσα (Pölitz κοντά στο Stettin). Το χρονοδιάγραμμα κατασκευής αυτών των εργοστασίων ήταν 18 μήνες, χρόνος ο οποίος ήταν αποδείχτηκε μη ρεαλιστικός. Ακόμα όμως πιο μη ρεαλιστικές ήταν οι ημερομηνίες παράδοσης 12 εργοστασίων που θα βασίζονταν στη μέθοδο Fischer-Tropsch με σχετικά μικρή παραγωγή και τα οποία θα έπρεπε να είναι έτοιμα την 1 Απριλίου του 1938. Μέχρι το 1945 μόνο τα 9 ήταν επιχειρησιακά και έφτασαν στο μέγιστο της παραγωγής τους το 1943 με κάτι λιγότερο από 2,8 εκατομμύρια βαρέλια το χρόνο.

Οι παραγωγικοί στόχοι αυξήθηκαν ξανά το καλοκαίρι του 1938 όταν ο Göring ξεκίνησε ένα νέο πρόγραμμα του οποίου η ολοκλήρωση θα συνέπιπτε με την ολοκλήρωση του επανεξοπλισμού το 1942-43 και θα ακολουθούσε τα σχέδια που αποκάλυψε ο Χίτλερ στο συνέδριο του Νοεμβρίου του 1937. Οι Γερμανικοί εξοπλισμοί απαιτούσαν τεράστια ποσότητες καυσίμων και το αποκαλούμενο Αναθεωρημένο Οικονομικό Σχέδιο Παραγωγής του 1938 αντικατόπτριζε αυτές τις ανάγκες. Ο Göring απαιτούσε για το 1942-43 την παραγωγή τουλάχιστον 88 εκατομμυρίων βαρελιών διαφόρων τύπων καυσίμων και λιπαντικών. Αυτό όμως ήταν πριν αντιληφθούν ότι ένα πρόγραμμα τόσο μεγάλων διαστάσεων θα απαιτούσε μεγάλες ποσότητες ατσαλιού που απλά ήταν μη διαθέσιμες σε μία οικονομία που είχε φτάσει στα όρια της. Μετά από πολλές αναθεωρήσεις, η τελική αναθεώρηση του Ιανουαρίου του 1939 απαιτούσε την παραγωγή 68 εκατομμυρίων βαρελιών το 1943. Οι ποσότητες των καυσίμων είχαν μειωθεί, εκτός του αεροπορικού καυσίμου.

Ήταν η αεροπορική βενζίνη που έπαιξε τον σημαντικότερο ρόλο στο πρόγραμμα κατασκευής των εργοστασίων υδρογόνωσης. Στις αρχές της δεκαετίας του 30 η βενζίνη για τα αυτοκίνητα είχε 40 οκτάνια και η αεροπορική βενζίνη 75-80 οκτάνια. Η αεροπορική βενζίνη όμως με τόσο υψηλό αριθμό οκτανίων για την εποχή μπορούσε μόνο να παραχθεί από διύλιση υψηλής ποιότητας αργού πετρελαίου. Το εγχώρια παραγόμενο όμως πετρέλαιο της Γερμανίας δεν ήταν αυτής της ποιότητας. Μόνο η πρόσθεση τετρααιθυλικού μολύβδου μπορούσε να αυξήσει τα οκτάνια και αυτό στο μέγιστο των 87 οκτανίων. Η άδεια για την παραγωγή αυτού του πρόσθετου αποκτήθηκε το 1935 από τον Αμερικανό κάτοχο της πατέντας, μα χωρίς της υψηλής ποιότητας αργό πετρέλαιο, ακόμα και αυτό το πρόσθετο ήταν πολύ χαμηλής αποτελεσματικότητας.
Η υδρογόνωση προσέφερε μία διέξοδο. Ουσιαστικά παρήγαγε βενζίνη 60 – 72 οκτανίων. Με την προσθήκη του τετρααιθυλικού μολύβδου το ποσοστό των οκτανίων μπορούσε να αυξηθεί σε 87. Τα υψηλά οκτάνια στην αεροπορική βενζίνη ήταν αναγκαία, καθώς τα αντιεκρηκτικά της χαρακτηριστικά επέτρεπαν την αύξηση της συμπίεσης του κινητήρα και άρα και την αύξηση της ισχύος του.

Η καινοτομία στην παραγωγή βενζίνης ήρθε από τις Ηνωμένες Πολιτείες το 1935 όταν έγινε τεχνικά εφικτό να παραχθεί βενζίνη των 100 οκτανίων σε μεγάλες ποσότητες. Περί το 1939, η αμερικανική και η βρετανική αεροπορία ξεκίνησαν να χρησιμοποιούν την βελτιωμένη βενζίνη και άρα τα αεροσκάφη τους μπορούσαν να εφοδιαστούν με αναλογικά ισχυρότερους κινητήρες. Στην Γερμανία επίσης ανακαλύφθηκε μία μέθοδος για να παραχθεί μία παρόμοια βενζίνη υψηλών οκτανίων, μα η διαδικασία ήταν περισσότερο περίπλοκη, πιο βραδεία και πιο ακριβή από την αμερικάνικη μέθοδο, χρησιμοποιώντας διαφορετικούς παράγοντες. Εξαιτίας αυτών των δυσκολιών στην παραγωγή, η γερμανική αεροπορία μέχρι τα τέλη του 1938 δεν είχε επιμείνει στην παραγωγή βενζίνης τόσο υψηλών οκτανίων. Για αυτό το λόγο η Γερμανία μέχρι το τέλος του πολέμου δεν είχε αντίστοιχο καύσιμο με αυτό των συμμαχικών χωρών.
Το πόσο σπουδαίο ήταν το νέο αεροπορικό καύσιμο φαίνεται από τις επιδόσεις: 15% μεγαλύτερη ταχύτητα, 2700 χιλιόμετρα ακτίνα δράσης για τα βομβαρδιστικά, και αυξημένο ύψος πτήσης στα 10.000 πόδια. Ο Göring προσπάθησε να τροποποιήσει την παραγωγή στα τέλη του 1938, όταν απαίτησε 19 εκατομμύρια βαρέλια αεροπορικού καυσίμου από αυτά που περιέχονταν στο αναθεωρημένο οικονομικό πρόγραμμα παραγωγής να είναι 100 οκτανίων.

Παρόλα αυτά, μόνο δύο πειραματικά εργοστάσια ήταν σε λειτουργία όταν ξέσπασε ο πόλεμος το 1939 με ολική παραγωγή 63.000 βαρέλια το χρόνο. Η έλλειψη ατσαλιού και εργατικού δυναμικού καθυστέρησε την ολοκλήρωση του προγράμματος κατασκευής των εργοστασίων υδρογόνωσης. Στην αρχή του πολέμου, ήταν σε λειτουργία επτά εργοστάσια, τρία σε προχωρημένο στάδιο κατασκευής και σε δύο άλλα είχε αρχίσει η κατασκευή τους. Εκτός από τα τέσσερα εργοστάσια για την παραγωγή αεροπορικής βενζίνης 100 οκτανίων, κανένα άλλο εργοστάσιο δεν ιδρύθηκε μετά το 1939.

Ακόμα όμως και έτσι, η ολοκλήρωση των εργοστασίων που ήταν υπό κατασκευή δεν προωθήθηκε όσο ήταν δυνατόν. Οι καθυστερήσεις προήλθαν από τους ανταγωνισμούς για τις πρώτες ύλες, οι οποίες κατευθύνονταν αμέσως σε εξοπλισμούς και από τις αισιόδοξες προβλέψεις της κεντρικής διοίκησης για την έκβαση του πολέμου.

Όταν προτάθηκε στο συμβούλιο κεντρικού σχεδιασμού να αφιερωθεί μία από τις συνεδρίες στα καύσιμα, ο Albert Speer διέκοψε λέγοντας: Χρειαζόμαστε μόνο μία πολύ μικρή ενημέρωση, ξέρουμε πόσο άσχημη είναι η κατάσταση. Στην πραγματικότητα ο Albert Speer, ήταν μερικά υπεύθυνος για την κατάσταση, αμέσως μετά από τον διορισμό του τον Φεβρουάριο του 1942 είχε περικόψει το όλο πρόγραμμα κατασκευών, συμπεριλαμβανομένων και των εργοστασίων υδρογόνωσης. Υποστήριζε ότι λόγω της έλλειψης πρώτων υλών, δεν ήταν πρακτικό να χτίζονται εργοστάσια που θα ήταν λειτουργικά σε μεγάλο βάθος χρόνου. Μόνο προς το τέλος του 1943 ξεκίνησε και πάλι μία προσπάθεια για να αυξήσουν την παραγωγή των εργοστασίων υδρογόνωσης.
Παρόλα αυτά μεταξύ 1938 και 1943, η παραγωγή των συνθετικών καυσίμων γνώρισε μία μεγάλη αύξηση από το 10 στα 36 εκατομμύρια βαρέλια το χρόνο. Το ποσοστό των συνθετικών καυσίμων αυξήθηκε από το 22% στο 50%. Η προμήθεια καυσίμων από όλες τις πηγές αυξήθηκε από τα 45 εκατομμύρια βαρέλια το 1938 στα 71 εκατομμύρια βαρέλια το 1943.

Παρά τις ελλείψεις και τις άλλες δυσκολίες, η παραγωγή και η προμήθεια των καυσίμων, αν και δεν έφτασε ποτέ στις αρχικές επιδιώξεις παραγωγής, δεν είχε προβλήματα μέχρι την Άνοιξη του 1944. Αυτό επιτεύχθηκε με την παροχή του καυσίμου στο στρατό σαν πρώτη προτεραιότητα. Ένα καλό παράδειγμα είναι η μείωση της παροχής καυσίμου για τα ιδιωτικά αυτοκίνητα. Οι μόνοι που μπορούσαν να λειτουργήσουν τα αυτοκίνητα τους ήταν οι γιατροί, οι μαίες, οι αστυνομικοί, τα υψηλά κυβερνητικά στελέχη και τα μέλη του κόμματος. Η συνολική παροχή ήταν μόνο 450.000 βαρέλια το χρόνο. Η παροχή για τη γεωργία ήταν 1,7 εκατομμύρια βαρέλια το χρόνο για τα έτη 1941 και 1942. Στην πραγματικότητα οι γεωργοί απαίτησαν περισσότερα καύσιμα για το το 1942, εξαιτίας των πολλών αλόγων που είχαν επιταχθεί από το στρατό μια και ήταν απαραίτητα σαν έλκτορες.

Την Άνοιξη του 1942 ιδρύθηκε ο οργανισμός ενέργειας για να πραγματοποιήσει την μετατροπή των κινητήρων των οχημάτων ώστε να καίνε στερεά καύσιμα αντί για υγρά. Μία μετατροπή σε καύσιμα, όπως chips ξύλου, κάρβουνο, λιγνίτης, κοκ, αέριο και τύρφη θα είχε σαν αποτέλεσμα σημαντική οικονομία σε υγρά καύσιμα. Κατά την διάρκεια του 1942 η εξοικονόμηση ανήλθε στα 5 εκατομμύρια βαρέλια και το 1943 στα 8,2 εκατομμύρια βαρέλια. Χιλιάδες φορτηγών και ιδιωτικών οχημάτων μετατράπηκαν και εξοπλίστηκαν με συσκευές γκαζοζέν.

Παρόλη όμως την εξοικονόμηση που επιτεύχθηκε, οι ανάγκες ήταν πολύ μεγαλύτερες. Την Άνοιξη του 1942, υπήρχαν μόνο ελάχιστοι οδοί στον ορίζοντα μέσω των οποίων θα μπορούσε να αυξηθεί η παραγωγή καυσίμων. Ο ένας ήταν να εξασφαλιστούν τα Σοβιετικά πετρελαϊκά πεδία, μα αυτή η πιθανότητα σύντομα έγινε καπνός. Ο άλλος ήταν να αυξηθεί ο αριθμός και η απόδοση των εργοστασίων υδρογόνωσης. Ένα πλάνο συντάχθηκε στα τέλη του 1942 που προέβλεπε την ετήσια παραγωγή στα 60 εκατομμύρια βαρέλια μέχρι το 1946. Όταν όμως η προσπάθεια ξεκίνησε τελικά προς τα τέλη του 1943 ήταν πολύ αργά για κάθε βελτίωση. Οι συμμαχικές αεροπορικές επιδρομές στα εργοστάσια υδρογόνωσης εξανέμισαν κάθε προσδοκία για αύξηση της παραγωγής και ήταν το τελειωτικό χτύπημα για την γερμανική πολεμική μηχανή.

Οι πρώτες μαζικές αεροπορικές επιδρομές στις εγκαταστάσεις ξεκίνησαν το Μάιο του 1944 και κατευθύνθηκαν ενάντια σε 5 εργοστάσια. Οι επιδρομές συνεχίστηκαν μέχρι την Άνοιξη του 1945. Η δριμύτητα των επιδρομών, αναγνωρίστηκε αμέσως από τους Γερμανούς. Μεταξύ 30 Ιουνίου του 1944 και 19 Ιανουαρίου του 1945, ο Albert Speer έστειλε πέντε μνημόνια στον Χίτλερ με τα οποία δεν άφηνε καμία αμφιβολία για πόσο δραματική γινόταν η κατάσταση. Ο Speer σημείωνε ότι οι επιθέσεις τον Μάιο και τον Ιούνιο είχαν μειώσει την παραγωγή του αεροπορικού καυσίμου κατά 90%. Θα απαιτούντο έξι με οκτώ εβδομάδες για να αρχίσουν οι εγκαταστάσεις απλώς να λειτουργούν, μα εάν τα διυλιστήρια δεν προστατεύονταν με κάθε δυνατό μέσο, δεν θα μπορούσε πλέον να εγγυηθεί ακόμα και τις πλέον βασικές ανάγκες των ενόπλων δυνάμεων. Οι συνεχιζόμενες επιθέσεις επηρέασαν επίσης και την παραγωγή της απλής βενζίνης, του ντίζελ , του Buna (βάση για ελαστικά), και της μεθανόλης που ήταν βασικό συστατικό για τα εκρηκτικά. Εάν, προειδοποιούσε ο Speer, οι επιθέσεις συνεχίζονταν με αυτό το ρυθμό, η παραγωγή θα μειωνόταν περαιτέρω, τα τελευταία αποθέματα θα καταναλώνονταν και οι βασικές ύλες για την εκτέλεση του σύγχρονου πολέμου θα εξαφανίζονταν.

Στην τελική του αναφορά ο Speer σημείωνε ότι η αδιατάρακτη επισκευή και λειτουργία ήταν σημαντικά απαιτούμενα για τον μελλοντικό εφοδιασμό σε καύσιμα, μα η εμπειρία των τελευταίων μηνών είχε δείξει ότι αυτό ήταν αδύνατο. Πίσω από τις προειδοποιήσεις του Speer ήταν η αγωνία του ότι όταν η παραγωγή των καυσίμων θα είχε περιοριστεί σημαντικά, όταν τα αποθέματα θα είχαν εξαντληθεί, οι Γερμανοί θα ήταν τελειωμένοι, με το τέλος να προσδιορίζεται με μαθηματική ακρίβεια. Κατά κάποιο τρόπο ο Speer, απλώς επαναλάμβανε τα προφητικά λόγια του Γερμανού στρατηγού Erhard Milch πίσω στο καλοκαίρι του 1943:
Τα υδρογονικά εργοστάσια είναι τα πιο ευπρόσβλητα σημεία. Μαζί τους στέκεται ή πέφτει η ικανότητα μας να διεξάγουμε πόλεμο. Εάν οι σύμμαχοι επιτεθούν στα υδρογονικά εργοστάσια, όχι μόνο δεν θα πετούν αεροσκάφη, αλλά και τα άρματα μάχης και τα υποβρύχια θα σταματήσουν επίσης να λειτουργούν.

Ένα καλό παράδειγμα είναι το ποσοστό των καυσίμων που πήγαινε για την εκπαίδευση των νέων πιλότων. Τους τελευταίους εννέα μήνες του πολέμου, οι νέοι πιλότοι στέλνονταν στη μάχη με μόλις το ένα τρίτο των ωρών που απαιτούνταν...

Τα υπολείμματα από τα υδρογονικά εργοστάσια επιβίωσαν μετά βίας για μερικά χρόνια μετά τον πόλεμο, μόνο για να χρησιμοποιηθούν ως διυλιστήρια για το εισαγόμενο πετρέλαιο. Στα 1964, η άνοδος στην κατανάλωση πετρελαίου τα έκανε μη ανταγωνιστικά. Την τεχνολογική πρωτοπορία που κάποτε είχαν οι Γερμανοί, τώρα την απολάμβαναν οι Νοτιοαφρικανοί. Αποφασισμένοι να μην είναι στο έλεος μη φιλικών πετρελαιοπαραγωγών χωρών, η Νοτιοαφρικανική κυβέρνηση ξεκίνησε να λειτουργεί εργοστάσια που λειτουργούσαν με τη μέθοδο Fischer-Tropsch. Είναι τα μεγαλύτερα και τα μόνα εμπορικά διυλιστήρια στον κόσμο που μετατρέπουν το κάρβουνο σε βενζίνη και το 1985 παρήγαγαν τις μισές ανάγκες της χώρας.
Οι Γερμανοί επίσης το ξανασκέφτονται. Ένα πιλοτικό εργοστάσιο για την υγροποίηση του πετρελαίου κατασκευάζεται στο Ruhr και θα είναι επιχειρησιακό την Άνοιξη του 1981, έχοντας την ικανότητα να μετατρέπει 75.000 τόνους κάρβουνο ετησίως σε 157.000 βαρέλια πετρελαίου και υγροποιημένου αερίου. Στις αρχές του 1980 η κυβέρνηση της Δυτικής Γερμανίας επικύρωσε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα κατασκευής 14 μεγάλων εργοστασίων για την υγροποίηση και την αεριοποίηση του κάρβουνου μέχρι το 1993, σε μία επένδυση αξίας 7 δις δολάρια (1980). Μέχρι το 1986 οι Γερμανοί πιστεύουν ότι θα καλύπτουν το 10% των εγχώριων αναγκών κατανάλωσης σε βενζίνη.

ΥΓ Μένει να μεταφράσω το τελευταίο μέρος που ο καθηγητής δίνει τα οικονομικά στοιχεία για τη δεκαετία του 80 και μετά η ανάλυση...

Bellum omneum contra omne...
Θάνατος στους πετρελαιάδες!!!
Οι ακόλουθοι χρήστες είπαν "Σε Ευχαριστώ": jnet, Nasikas, Grecu_, Ntinos_Papadop

Παρακαλούμε Σύνδεση ή Δημιουργία λογαριασμού για να συμμετάσχετε στη συζήτηση.

Περισσότερα
11 Χρόνια 6 Μήνες πριν - 11 Χρόνια 6 Μήνες πριν #29015 από Nasikas
Απαντήθηκε από Nasikas στο θέμα "Οι απατεώνες του πετρελαίου"
εξαιρετικά ενδιαφερον.
Περιμενω με αγωνία την συνέχεια.

(αλλά αν θες την συμβουλή μου....χωρισέ το σε μικρότερα κειμενα- Έχω διαπιστωσει ότι τα σεντόνια τρομάζουν...- χωρια που η αναγνωστική ικανότητα της νεας γενιας περιορίζεται στους χαρακτήρες ενος SMS...)


ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ
Θελουμε την συνεχεια Ωνασηηηηηη


Χαίρομαι που όλοι έγιναν ειδικοί στο πέλλετ.
Χαίρομαι που βλέπουν με δέος καθε ξενικό όνομα που κυκλοφορεί.
Επιβεβαιώνομαι.
Πάντα...
Last edit: 11 Χρόνια 6 Μήνες πριν by Nasikas. Αιτία: θελουμε την συνεχεια
Οι ακόλουθοι χρήστες είπαν "Σε Ευχαριστώ": pannarab

Παρακαλούμε Σύνδεση ή Δημιουργία λογαριασμού για να συμμετάσχετε στη συζήτηση.

Περισσότερα
11 Χρόνια 6 Μήνες πριν - 11 Χρόνια 6 Μήνες πριν #29211 από OANNHSEA
Απαντήθηκε από OANNHSEA στο θέμα "Οι απατεώνες του πετρελαίου"
To υπόλοιπο άρθρο.
Να θυμάστε ότι την εποχή που γράφτηκε το άρθρο (1982), το βαρέλι του αργού κόστιζε γύρω στα 32 δολάρια το βαρέλι και ότι ένα βαρέλι αργού πετρελαίου είναι ίσο με 160 λίτρα, από το οποίο βγαίνουν περίπου 140 λίτρα καυσίμου. Δηλαδή ένας τόνος είναι περίπου 6 βαρέλια πετρελαίου...


Σκεπτόμενοι το συνάλλαγμα που φεύγει, την εξάρτηση από ξένες πηγές και τα άφθονα εγχώρια αποθέματα σε κάρβουνο, βλέπουμε ότι υπάρχουν πολλές ομοιότητες μεταξύ της Γερμανίας των δεκαετιών του 30 και του 40.
Ήταν η έλλειψη συναλλάγματος μετά τον Αππ που έδωσε το κίνητρο στην Γερμανία για να κάνει έρευνες για εναλλακτικά καύσιμα. Το ετήσιο συνάλλαγμα των ΗΠΑ που δίνεται για πετρέλαιο είναι 90 δις δολάρια (1982), το οποίο μόνο του δημιουργεί ένα γιγάντιο έλλειμμα στο ισοζύγιο πληρωμών. Αν και το δολάριο είναι ακόμα ισχυρό και το δέχονται σαν το κύριο νόμισμα, τα τεράστια ποσά που δίνουμε για την εισαγωγή πετρελαίου δημιουργούν μία τεράστια αιμορραγία σε εθνικά κεφάλαια, πλημμυρίζουν τις αγορές με υποτιμημένα δολάρια και δημιουργούν πληθωρισμό στις ΗΠΑ. Όπως η Γερμανία τότε και τώρα εξαρτώταν από ξένες πηγές για τα υγρά της καύσιμα, έτσι και οι ΗΠΑ του σήμερα εξαρτώνται κατά 50% στις εισαγωγές υγρών καυσίμων. Αυτή η εξάρτηση βάζει σε κίνδυνο την ικανότητα των ΗΠΑ να δρουν ελεύθερα από παρεμβάσεις σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Επιπλέον, η ικανότητα του OPEC να αυξάνει κατά βούληση τις τιμές του αργού πετρελαίου μπορεί να προκαλέσει περιπλοκές στη χώρα.

Όμως τα τεράστια αποθέματα των ΗΠΑ σε κάρβουνο μπορούν να επιτρέψουν στην χώρα να γίνει ακόμα πιο ανεξάρτητη από τη Γερμανία του 1940. Λόγω της εξάντλησης των αποθεμάτων του κάρβουνου στη Γερμανία το κόστος ενός τόνου εκεί είναι 100 δολάρια σε σύγκριση με τα 25 δολάρια στις ΗΠΑ.

Διαφορετικοί μέθοδοι χρειάζονται για παραχθούν συνθετικά καύσιμα και οι οποίες εξαρτώνται από τις πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται και το επιθυμητό τελικό προϊόν. Όποια όμως τεχνική μέθοδο και εάν τελικά προτιμηθεί, είναι σίγουρο ότι η χώρα θα αποκτήσει ικανοποιητικές ποσότητες καυσίμου σε σύντομο χρονικό διάστημα. Το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι το τεχνολογικό όσο η πολιτική βούληση. Η έγκριση ενός προγράμματος συνθετικών καυσίμων των 20δις δολαρίων, θα ήταν ένα προσεκτικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Εάν κάποιος θεωρεί ότι 20 δις δολάρια είναι ένα μεγάλο ποσό, το οποίο είναι το ένα τέταρτο από το ολικό ποσό που θα απαιτηθεί, θα πρέπει μόνο να δει ότι αυτή τη στιγμή το ποσό αυτό το δίνουμε για την εισαγωγή του πετρελαίου...

Bellum omneum contra omne...
Θάνατος στους πετρελαιάδες!!!
Last edit: 11 Χρόνια 6 Μήνες πριν by OANNHSEA.

Παρακαλούμε Σύνδεση ή Δημιουργία λογαριασμού για να συμμετάσχετε στη συζήτηση.

Περισσότερα
11 Χρόνια 6 Μήνες πριν - 11 Χρόνια 6 Μήνες πριν #29726 από OANNHSEA
Απαντήθηκε από OANNHSEA στο θέμα "Οι απατεώνες του πετρελαίου"
Στο παραπάνω άρθρο ο συγγραφέας εν έτη 1982 θίγει τα εξής σημεία:
1. Το 3ο ράιχ είχε καταφέρει να παράγει πετρέλαιο, αέριο, βενζίνη 100 οκτανίων, πλαστικό και καουτσούκ και άλλα υποπροϊόντα, από κάρβουνο και λιγνίτη.
2. Το 3ο ράιχ είχε αναπτύξει ολόκληρο πρόγραμμα για την κίνηση των οχημάτων του με γκαζοζέν.
3. Ήδη από το 1982 γράφει για ενέργεια από πυρηνική σύντηξη, πυρηνική σχάση, ενέργεια από την ήλιο και τον άνεμο.
4. Γράφει ότι στο άμεσο μέλλον κάποιες χώρες θα επένδυαν και ήδη επενδύουν στην κατασκευή εργοστασίων για συνθετικά καύσιμα.
5. Και φυσικά θίγει και το γιατί πρέπει να γίνει αυτό - οι λόγοι είναι οικονομικοί και στρατηγικοί...

Έλα όμως που πάντα λογαριάζουμε χωρίς τον ξενοδόχο: αυτούς που έχουν τη δύναμη του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Αυτούς που τόσα χρόνια πληρώνουν αδρά κυβερνήσεις για να περιορίσουν εξαφανίσουν ή να θάψουν κάθε εναλλακτική μορφή ενέργειας, ώστε το χρήμα να ρέει άφθονο στις τσέπες τους...

Θα πιάσουμε ένα προς ένα τα παραπάνω 5 σημεία για να δείτε τι μπορούσε να είχε γίνει και τι γίνεται σήμερα τελικά καθώς το λόμπι του πετρελαίου μας έχει χώσει γερά τη χερούκλα του..

Bellum omneum contra omne...
Θάνατος στους πετρελαιάδες!!!
Last edit: 11 Χρόνια 6 Μήνες πριν by OANNHSEA.

Παρακαλούμε Σύνδεση ή Δημιουργία λογαριασμού για να συμμετάσχετε στη συζήτηση.

Περισσότερα
11 Χρόνια 6 Μήνες πριν - 11 Χρόνια 5 Μήνες πριν #31606 από OANNHSEA
Απαντήθηκε από OANNHSEA στο θέμα "Οι απατεώνες του πετρελαίου"
Θα ξεκινήσω με τις ανεμογεννήτριες

Η ιδέα της χρησιμοποίησης του ανέμου ως μονάδα παροχής ενέργειας για να μπορέσει ο άνθρωπος να παράγει έργο δεν είναι νέα. Ήδη από το μεσαίωνα στην μέση ανατολή χρησιμοποιούσαν τους ανεμόμυλους κυρίως για να αλέθουν τα σιτηρά. Μετά χρησιμοποιήθηκαν σε χιλιάδες εργασίες – όπως π.χ. σε σιδηρουργεία του 1400 για να κινούν τα φυσερά ή ακόμα και για να αλέθουν μπαρούτι στα μετέπειτα χρόνια.
Έτσι δεν ήταν και δύσκολο κάποιος να σκεφτεί να τοποθετήσει μία γεννήτρια σε έναν ανεμόμυλο και να έχει ουσιαστικά τσάμπα ενέργεια. H πρώτη λοιπόν μεγάλη ανεμογεννήτρια ήταν στα 1888 στις ΗΠΑ από τον Charles F. Bruce και παρήγαγε 12 Kw συνεχούς ρεύματος.



Φυσικά δεν ήταν ο μόνος – ακόμα και στην Ολλανδία είχαν μετατρέψει έναν από τους χιλιάδες ανεμόμυλους, που είχε τότε, με μία ανεμογεννήτρια των 10 Kw συνεχούς.
Με τη χρήση φάνηκαν τα προβλήματα της ιδέας:
1. Χρειάζονταν γεννήτριες που θα παρήγαγαν ρεύμα με σχετικά λίγες στροφές.
2. Όσο πιο μεγάλη είναι η ανεμογεννήτρια, τόσο πιο αποδοτική είναι.
3. Δεν φυσάει πάντα και άρα υπάρχουν και μέρες που μόνο το 1/4 των ανεμογεννητριών που είναι τοποθετημένες μπορεί να δώσει ενέργεια.


Ήδη όμως από τη δεκαετία του 1920 στις ΗΠΑ το πρώτο πρόβλημα είχε λυθεί σε κάποιο βαθμό και προσέφεραν ανεμογεννήτριες των 2 – 5 κιλοβάτ για περιοχές που ήταν εκτός δικτύου. Ακόμα και σήμερα μπορεί κάποιος να δει κάποιες από αυτές τις γεννήτριες στην τότε άγρια δύση και κάποιες λειτουργούν ακόμα!!!
Εκείνη την εποχή είδαν τα πλεονεκτήματα αρκετοί και άρχισαν να κάνουν πειράματα με μεγάλες ανεμογεννήτριες – το κακό ήταν ότι ήταν κυρίως ιδιωτικές προσπάθειες αν και σε μερικές περιπτώσεις το κράτος είχε μία μικρή συμβολή, κυρίως στην Ευρώπη, αλλά και στην ΕΣΣΔ.
Μπορεί μεν να φτιάχτηκαν μεγάλες ανεμογεννήτριες πέρα από το 1 Mw, μπορεί να λειτούργησαν πάνω από 4.000 ώρες, μπορεί και να παρήγαγαν τεράστια ποσά ηλεκτρισμού για το μέγεθος τους, αλλά δεν έγινε τίποτα....
Μόνο καλλιτεχνικές απεικονίσεις από ανθρώπους που έβλεπαν αρκετά μακριά...

1952!!!
Συνημμένο αρχείο:


1932!!!
Συνημμένο αρχείο:


Μέχρι το 1973 η όλη ιδέα απλά σέρνονταν...
Και τότε ήρθε η πρώτη πετρελαϊκή κρίση...

Για να καταλάβετε: μέχρι το 1973 οι δυτικές πετρελαϊκές έκαναν πάρτι. Με μία συμφωνία που είχε υπογραφεί επί πρώτης προεδρίας του Αινζενχάουερ, οι πετρελαϊκές εταιρείες εξαιρούντο φορολογίας, με το αιτιολογικό ότι έριχναν όλα τα χρήματα τους στην εύρεση νέων κοιτασμάτων πετρελαίου. Μπορεί να δημιουργήθηκαν νέες μεγάλες εταιρείες όπως η Aramco, αλλά τα γεγονότα του 1973 τους πρόδωσαν. Μην νομίζετε όμως ότι άλλαξε κάτι: ακόμα και σήμερα οι πετρελαϊκές στις ΗΠΑ έχουν ασήμαντη φορολογία στα κέρδη τους...

Το 1973 το πετρέλαιο στέρεψε για λίγους μήνες από τις δυτικές χώρες και οι κυβερνήσεις δέχτηκαν, (με μπόλικη πίεση βεβαίως) να χρηματοδοτήσουν την έρευνα σε νέες πηγές ενέργειας. Χρηματοδότησαν λοιπόν ανεμογεννήτριες από 100 Kw μέχρι 3,2 Μw... Τα αποτελέσματα ήταν απογοητευτικά ειδικά με τις μεγάλες γεννήτριες, μέχρι που πήραν υπόψιν και τις έρευνες των προηγούμενων μελετητών.
Μέχρι το 1979 υπήρχαν αποτελέσματα από τις πειραματικές αυτές γεννήτριες που έκαναν πολλούς να αναθεωρήσουν απόψεις για τις ανεμογεννήτριες.
Και μετά ήρθε η επόμενη σφαλιάρα για το λόμπι του πετρελαίου. Η δεύτερη πετρελαϊκή κρίση!!!
Με όλα αυτό το 1980 η πολιτεία της Καλιφόρνιας – η πιο οικολογική πολιτεία των ΗΠΑ – πήρε την απόφαση να χρηματοδοτήσει με 50% αιολικά πάρκα συν ένα ακόμα 15% περίπου από το ομοσπονδιακό ταμείο.
Για το γνωστό λόγο όμως (λέγε με λόμπι πετρελαίου), η Ευρώπη, οι άλλες χώρες και ιδιαίτερα οι άλλες πολιτείες των ΗΠΑ έμεναν σχετικά απαθείς...

Το ίδιο και στην Ελλάδα...
Σε όλη τη δεκαετία του 1980 δόθηκαν μερικές δεκάδες εκατομμύρια δραχμές για έρευνες. Έρευνες του τύπου πόσο αιολικό δυναμικό έχει η Ελλάδα, εάν θα μπορεί να συναρμολογηθεί μία ανεμογεννήτρια στα νησιά ή ακόμα και ποιά είναι η κατάλληλη γεννήτρια. Φυσικά η πιο μεγάλη γεννήτρια που τοποθετήθηκε (από τις περίπου 10 σε μια δεκαετία) ήταν των μερικών δεκάδων KW.
Μόνο μετά το 1992 άρχισαν να πέφτουν κονδύλια – συνχρηματοδότηση από ΕΕ – και τοποθετήθηκαν πραγματικές ανεμογεννήτριες με τεχνολογία αιχμής, π.χ. στη Σκύρο, αλλά και αυτές τις άφησαν να σκουριάζουν ύστερα από λίγα χρόνια.
Βλέπετε είχαν αλλού να φάνε χρήματα: 300 δις δραχμές από την ΚΥΔΕΠ το 80, 300 δις δραχμές το 80 από τον οργανισμό ανασυγκρότησης επιχειρήσεων, 600 δις δραχμές συνολικά από την Ολυμπιακή, κα... Που να βρεθούν λεφτά για ανεμογεννήτριες στην Ελλάδα...

Στην Ευρώπη μετά το 1992, τον πόλεμο του κόλπου και το σύμφωνο του Κιότο, η πίεση των πολιτών έγινε πολύ μεγαλύτερη. Έτσι αναγκαστικά έπεσαν χρήματα στις ανεμογεννήτριες κυρίως μέσω νόμων...



Στο παραπάνω διάγραμμα μπορείτε να δείτε την εξέλιξη της εγκαταστημένης ισχύος των ανεμογεννητριών στην Ελλάδα. Δεν δείχνει το 1992, κατά το οποίο όλη η Ελλάδα είχε μόνο 2 μεγαβάτ εγκαταστημένης ισχύος - ασχέτως πόσες ανεμογεννήτριες δούλευαν εκείνη την εποχή, μια και όλες ήταν κρατικές. Να υπενθυμίσω ότι οι ολικές ανάγκες της χώρας είναι περίπου 15.000 μεγαβάτ το καλοκαίρι και 12.500 το χειμώνα.
Εάν σας φαίνεται παράλογος ο αριθμός των μεγαβάτ των ανεμογεννητριών, σας διευκρινίζω ότι δεν είναι και ότι υπάρχουν σχέδια για άλλα τουλάχιστον 500 μεγαβάτ, με προβλέψεις για άλλα 4000 μέχρι το 2020...



Στο παραπάνω διάγραμμα φαίνεται η εγκατεστημένη ισχύς ανεμογεννητριών για την Ευρώπη.
Είναι σε γίγαβατ. 1 Gw = 1000 Mw.
Προσέξτε τις ημερομηνίες...



Τέλος, στο παραπάνω διάγραμμα φαίνεται η παγκόσμια εγκατεστημένη ισχύς...

Bellum omneum contra omne...
Θάνατος στους πετρελαιάδες!!!
Last edit: 11 Χρόνια 5 Μήνες πριν by OANNHSEA.

Παρακαλούμε Σύνδεση ή Δημιουργία λογαριασμού για να συμμετάσχετε στη συζήτηση.

Χρόνος δημιουργίας σελίδας: 0.095 δευτερόλεπτα
Powered by Kunena Φόρουμ